Σαφές μήνυμα ότι δεν πρόκειται να αποδεχθούμε το έγκλημα που συνεχίζει να συντελείτε εις βάρος της πατρίδας και του λαού μας έστειλε στα Κελοκέδαρα της Επαρχίας Πάφου ο Υπουργός Άμυνας Βασίλης Πάλμας.
Στον επιμνημόσυνο λόγο του στο μνημόσυνο των ηρώων της κοινότητας Κελοκεδάρων που τελέστηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου σήμερα Κυριακή προισταμένου του Επισκόπου Αρσινόης Παγκράτιου ,ο κ.Πάλμας ανέφερε πως η Τουρκία συνεχίζει να παρανομεί κατέχοντας πέραν του ενός τρίτου του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, παραβιάζοντας βασικές ελευθερίες και θεμελιώδη δικαιώματα των νόμιμων κατοίκων της πατρίδας μας.
Διευρύνοντας τον παράνομο εποικισμό, εντατικοποιεί,όπως είπε, τη διαδικασία δημογραφικής αλλοίωσης των κατεχομένων και υπονομεύει την προοπτική επανένωσης, ενισχύοντας τη διχοτόμηση και παγιώνοντας τα τετελεσμένα της κατοχής.Παρά τις δυσχέρειες, τις προκλήσεις και την αρνητική στάση της Τουρκίας, ως Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσουμε είπε ο κ.Πάλμας να καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια για ειρηνική επίλυση του κυπριακού προβλήματος.Οι θυσίες των προγόνων μας συνέχισε ο Υπουργός Άμυνας αποτελούν τον φάρο που καθορίζει την πορεία που πρέπει να ακολουθήσουμε, μέχρι την πολυπόθητη απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας.
Αποτελούν τόνισε, ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης και δύναμης για όλους εμάς, ώστε να συνεχίσουμε, έκαστος εφ’ ω ετάχθη, να αγωνιζόμαστε για την υπεράσπιση των ίδιων αξιών, για τις οποίες εκείνοι προσέφεραν τη ζωή τους.
Της ελευθερίας, της ειρήνης, της αξιοπρέπειας και της δημοκρατίας.
Με βαθιά συγκίνηση και απέραντο σεβασμό προσήλθαμε σήμερα εδώ, στον ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στα Κελοκέδαρα, για ν’ αποτίνουμε τις δέουσες τιμές και την αιώνια ευγνωμοσύνη μας στους φονευθέντες και ηρωικώς πεσόντες κατοίκους της κοινότητας, κατά τη διάρκεια των εθνικών αγώνων για ελευθερία.

Πρόσθεσε πως το μνημείο που ανεγέρθηκε εις μνήμην των φονευθέντων κατοίκων των Κελοκεδάρων κατά τους απελευθερωτικούς αγώνες στην Κύπρο, εκεί κατέθεσαν στεφάνια τιμής και ευγνωμοσύνης, μετά το πέρας;του μνημοσύνου, αναδεικνύει, όπως είπε, το μέγεθος της ηρωικής τους πράξης και υπενθυμίζει το δικό μας καθήκον έναντι της πατρίδας.
Καθοδηγούμενοι συνέχισε από την αγάπη για την πατρίδα, οι ήρωες των Κελοκεδάρων εμπνεύστηκαν από την ένδοξη ιστορική παρακαταθήκη του Ελληνισμού και με τη θυσία τους απέδειξαν ότι το πνεύμα της ανδρείας και της αυταπάρνησης παραμένει άσβεστο μέσα στους αιώνες.
Πρόσθεσε πως κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939–1945), η Κύπρος, ως «Αποικία του Στέμματος» από το 1925, συμμετείχε ενεργά στον αγώνα των δημοκρατικών λαών κατά του φασισμού και του ναζισμού.
Χιλιάδες Κύπριοι εθελοντές, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα, έσπευσαν για να πολεμήσουν τον σκοταδισμό και να υπερασπιστούν την ελευθερία, το δίκαιο, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ατομική και εθνική αξιοπρέπεια.
Το κάλεσμα των βρετανικών αρχών, το οποίο διοχετεύτηκε μεθοδευμένα στον κυπριακό λαό, συνοδευόμενο από συνθήματα όπως «Στον βρετανικό στρατό πολεμάτε για την Ελευθερία», καθώς και τα κίνητρα και οι διαβεβαιώσεις για υψηλούς μισθούς, επίδομα υπηρεσίας εξωτερικού, δωρεάν σίτιση και παροχή ιατρικής περίθαλψης, ώθησε τον κυπριακό πληθυσμό, ιδίως όσους προέρχονταν από τα μεσαία και χαμηλά οικονομικά στρώματα, να σπεύσουν να ενταχθούν στο «Κυπριακό Σύνταγμα».
Ενδεικτικά αναφέρεται σημείωσε ότι η Κύπρος κατέστη η πρώτη βρετανική αποικία που έστειλε άνδρες της στις πολεμικές επιχειρήσεις και συγκεκριμένα στη Γαλλία, τον Ιανουάριο του 1940.
Συνολικά είπε ερισσότεροι από 16.000 άνδρες και 800 γυναίκες υπηρέτησαν σε επιχειρήσεις στην Αφρική, στη Μέση Ανατολή, στη Γαλλία, στην Ιταλία και στην Ελλάδα.

Επιπλέον, από τον Ιούνιο του 1940 συστάθηκε η «Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη», η οποία ανέλαβε αυξημένα καθήκοντα πολιτοφυλακής, κατασκευάζοντας οχυρωματικά έργα, και εκτελώντας διάφορες άλλες αποστολές, οι οποίες εκτείνονταν από τη μεταφορά στρατιωτικών εφοδίων και τη φρούρηση αποθηκών πολεμικού υλικού, μέχρι και την εκτέλεση αποστολών Μηχανικού και Τεχνικού.
Η συμμετοχή Κυπρίων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο συνοδεύτηκε από βαρύ τίμημα, καθώς εκατοντάδες έπεσαν νεκροί, τραυματίστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν και κρατήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Σήμερα τόνισε “μνημονεύουμε τους 2 από τους 58 εθελοντές κατοίκους της κοινότητας Κελοκεδάρων που κατετάγησαν εθελοντικά και συμμετείχαν στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων. Ο Κώστας Δημήτρη φέρεται να έπεσε στις 30 Νοεμβρίου 1946 στην Αίγυπτο. Τάφηκε στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Φαγίτ της Αιγύπτου.
Ο Αλέξανδρος Χρυσοστόμου κατατάγηκε τον Ιούνιο του 1940 και στις 19 Απριλίου 1945 φέρεται να σκοτώθηκε στην Αθήνα. Το όνομα του αναγράφεται σε μνημείο στον Άλιμο Αττικής”.
Επεσήμανε πως μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Κύπριοι, ανέμεναν ότι η συμβολή τους στον αγώνα κατά του φασισμού και του ναζισμού, θα αναγνωριζόταν με πρακτικά οφέλη για το νησί και θα οδηγούσε στην εκπλήρωση του πόθου τους για Ένωση με την Ελλάδα.
Ωστόσο, οι Βρετανοί, παρά τις συνεχείς διπλωματικές πρωτοβουλίες Κυπρίων πολιτευτών και των ελληνικών κυβερνήσεων, αρνήθηκαν να συζητήσουν αναφορικά με το μέλλον του νησιού.
Όλες οι προσπάθειες ανέφερε ,προσέκρουαν στη βρετανική αδιαλλαξία, με αποκορύφωμα το περιβόητο «ουδέποτε» του Υπουργού Αποικιών, Χένρυ Χόπκινσον, στις 28 Ιουλίου του ’54.
Όταν απέτυχαν όλες οι διπλωματικές προσπάθειες διεθνοποίησης του κυπριακού ζητήματος, οι Κύπριοι οδηγήθηκαν στην ιστορική απόφαση ανάληψης ένοπλης δράσης, για διεκδίκηση της ελευθερίας, των δικαιωμάτων τους και της εθνικής τους αξιοπρέπειας.

Είπε ακόμη πως ο αγώνας της ΕΟΚΑ αποτελεί μία από τις πιο καθοριστικές περιόδους της κυπριακής ιστορίας.
Ανέδειξε την πίστη, την επιμονή, τη γενναιότητα και την αποφασιστικότητα ενός λαού, ο οποίος, παρά τα καταφανώς δυσμενή αριθμητικά δεδομένα, κατόρθωσε να οργανώσει και να εκτελέσει αποτελεσματικά ένοπλες επιχειρήσεις, πετυχαίνοντας σημαντικά πλήγματα απέναντι σε έναν υπέρτερο στρατιωτικά αντίπαλο.
Παρόλο που το τελικό αποτέλεσμα του αγώνα δεν δικαίωσε τον πόθο των Κυπρίων για Ένωση με τον εθνικό κορμό, οδήγησε ανέφερε ο Υπουργός Άμυνας στην ανεξαρτησία του νησιού και στην ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960.
Επεσήμανε ακόμη πως κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, ο Παναγιώτης Διομήδους, τα ξημερώματα της 30ης Μαΐου 1956, μπροστά στα μάτια της έντρομης συζύγου του, δέχθηκε φονικά πυρά από αγγλική περίπολο, η οποία διενεργούσε έρευνα στην περιοχή.
Μετά την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, το κλίμα ανάμεσα στις δύο κοινότητες στην Κύπρο σταδιακά ακολούθησε πορεία επιδείνωσης.
Οι Συνθήκες Εγκαθίδρυσης και οι ετεροβαρείς πρόνοιες του Συντάγματος δεν ευνοούσαν τη δημιουργία συνθηκών εμπιστοσύνης, τουναντίον ενέτειναν την καχυποψία. Στο μεταξύ η Τουρκία συνέχισε, προχώρησε σε μια καλά οργανωμένη διαδικασία εξοπλισμού και εκπαίδευσης τουρκοκυπριακών παραστρατιωτικών τμημάτων, έχοντας ως στόχο τη δημιουργία τετελεσμένων και εν τέλει την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη διχοτόμηση του νησιού και την εγκαθίδρυση αμιγώς τουρκοκυπριακής διοίκησης σε μια μεγάλη γεωγραφική έκταση της Κύπρου.
Για την αποτροπή αυτής της κατάστασης, σχηματίστηκαν εθελοντικές ελληνοκυπριακές ένοπλες ομάδες, οι οποίες λειτούργησαν ως μέσα άμυνας.
Για τη βελτίωση της λειτουργίας του Κυπριακού Κράτους, τον Νοέμβριο του 1963 η κυβέρνηση Μακαρίου υπέβαλε «δεκατρία σημεία» για την τροπολογία του Συντάγματος.
Η απόρριψή τους, είπε ο Υπουργός Αμυνας, από την τουρκική πλευρά οδήγησε σε περαιτέρω ρήξη ανάμεσα στις δύο κοινότητες, με αποκορύφωμα τα επεισόδια του Δεκεμβρίου του 1963. Λίγες ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα, η ένταση που εκδηλώθηκε στην περιοχή της παλιάς Λευκωσίας, αρχικά επεκτάθηκε στα βόρεια προάστια της πρωτεύουσας και στη συνέχεια εξαπλώθηκε ραγδαία στις υπόλοιπες πόλεις του νησιού.

Μέχρι τον Αύγουστο του 1964, πραγματοποιήθηκε εκ μέρους της Τουρκίας μια προσπάθεια διεύρυνσης και ενίσχυσης του τουρκικού θύλακα των Κοκκίνων – Μανσούρας, με στόχο τη συνένωση με αυτόν της Λεύκας και ακολούθως με αυτόν της Λευκωσίας – Κιόνελι.
Απώτερος στόχος της Άγκυρας αποτελούσε ο έλεγχος ενός μεγάλου τμήματος του νησιού, και δημιουργία αποσταθεροποίησης στο εσωτερικό του Κράτους.
Οι βίαιες συγκρούσεις που σημειώθηκαν στην Τηλλυρία – οι οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, αποτελούν, όπως είπε, την πρώτη απόπειρα στρατιωτικής επέμβασης της Τουρκίας στην Κύπρο – σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες μεθοδεύσεις της Άγκυρας, δυσχέραιναν περαιτέρω την κατάσταση και επιβάρυναν το ήδη τεταμένο κλίμα και τις σχέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες, προκαλώντας αβεβαιότητα και αμφισβήτηση για το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας και του λαού της.
Την επόμενη τριετία η κοινότητα των Κελοκεδάρων θρήνησε τον άδικο χαμό τριών δικών της ανθρώπων.
Ο Κώστας Γεωργίου Φωτίου, δολοφονήθηκε στις 7 Μαρτίου 1964 στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στον Μούτταλο, όταν πάνοπλοι Τουρκοκύπριοι στασιαστές αναίτια άνοιξαν πυρ κατά αμάχων Ελληνοκυπρίων.
Στις 24 Ιουλίου 1967, ο καταδρομέας Παντελής Πούρου, ο οποίος υπηρετούσε τότε τη στρατιωτική του θητεία στην Εθνική Φρουρά, επισκέφθηκε το πατρικό του, καθώς η μητέρα του, Αντιγόνη, είχε αρρωστήσει σοβαρά και ήταν αναγκαίο να μεταφερθεί επειγόντως στο νοσοκομείο της Πάφου.
Λόγω του ότι ο αυτοκινητόδρομος Κελοκεδάρων–Πάφου, στο ύψος του χωριού Σταυροκόννου, βρισκόταν υπό τον έλεγχο ένοπλων Τουρκοκυπρίων, το ταξί στο οποίο επέβαιναν ακολούθησε εναλλακτική διαδρομή, ώστε να αποφύγουν τη συγκεκριμένη περιοχή.
Στη διασταύρωση των δρόμων Νικόκλειας–Χολετριών, το όχημα τους ανακόπηκε από ενόπλους Τουρκοκύπριους. Ο Παντελής και η μητέρα του δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ, μέσα στο όχημα που τους μετέφερε, γεγονός το οποίο συγκλόνισε την τοπική κοινωνία.
Μετά τα τραγικά γεγονότα του 1963–64, η Κυπριακή Δημοκρατία διένυσε μια περίοδο βαθιάς πολιτικής αστάθειας, συνεχών εντάσεων, εσωτερικών μηχανορραφιών και υπονομεύσεων. Οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων και οι τουρκικές επεμβατικές ενέργειες, απειλούσαν να τορπιλίσουν την ίδια την ύπαρξή της. Η Άγκυρα, εκμεταλλευόμενη την κατάσταση, συνέχισε τη στρατιωτική ενίσχυση των Τουρκοκυπρίων και την καλλιέργεια κλίματος ανασφάλειας, γεγονός το οποίο ενέτεινε την καχυποψία και τη δυσπιστία. Οι αρνητικές εξελίξεις της περιόδου αυτής αποτέλεσαν ενδείξεις των τουρκικών προθέσεων και το προμήνυμα μιας προδιαγραφόμενης τραγωδίας.
Ο Υπουργός Αμυνας σημείωσε πως δυστυχώς, το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 ακολούθησε λίγες μέρες αργότερα, η έναρξη της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.
Τα σχέδια του Τούρκου εισβολέα, τα οποία προετοιμάζονταν για περισσότερο από μια δεκαετία, τέθηκαν σε εφαρμογή, σπέρνοντας στον τόπο μας τον όλεθρο και την καταστροφή.
Μέσα από τα συντρίμμια του εσωτερικού σπαραγμού, ο λαός μας κλήθηκε ξανά να σταθεί ενωμένος και αλύγιστος απέναντι στην τουρκική θηριωδία.
Να σηκώσει το κεφάλι, να διαφυλάξει την ελευθερία και τα δικαιώματά του και να διατηρήσει ζωντανή την ιστορική του συνέχεια στις πατρογονικές του εστίες.
Πρόσθεσε πως τα Κελοκέδαρα τον Ιούλιο του 1974, θρήνησαν για τον Αξιωματικό της Εθνικής Φρουράς Λοχαγό Ανδρέα Αρέστη.
Γέννημα και θρέμμα της ορεινής Πάφου, ο Ανδρέας Αρέστης μεγάλωσε με βαθιά αγάπη για την πατρίδα και αφοσίωση στα εθνικά ιδεώδη.
Σε νεαρή ηλικία, μαθητής ακόμη του γυμνασίου, εντάχθηκε στον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ.
Σε ηλικία μόλις 17 ετών συνελήφθη από τις Βρετανικές Αρχές, ενώ μετέφερε αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς και κρατήθηκε στις Κεντρικές Φυλακές για δύο χρόνια.
Μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, το 1961 κατατάχθηκε στον νεοσύστατο Κυπριακό Στρατό, με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού και έλαβε μέρος στις συγκρούσεις στη Λευκωσία τον Δεκέμβριο του 1963 και στις μάχες της Τηλλυρίας τον Αύγουστο του 64΄.

Το 1974, με τον βαθμό του λοχαγού εκτελούσε τα καθήκοντα του υποδιοικητή του 70 Τάγματος Μηχανικού.
Στις 19 Ιουλίου, με διαταγή του ΓΕΕΦ αποσπάστηκε στο 261 Τάγμα Πεζικού στο χωριό Γαληνή. Η Μονάδα έλαβε αποστολή να εξουδετερώσει τουρκοκυπριακούς θύλακες, για να αποτρέψει τη δημιουργία ισχυρού μετώπου στα μετόπισθεν της Εθνικής Φρουράς.
Στις 22 Ιουλίου διατάχθηκε, μαζί με τους λιγοστούς άνδρες του 261, να επιτεθεί για να καταλάβει το χωριό Λιμνίτης, το οποίο αποτελούσε ισχυρό πυρήνα του θύλακα Κοκκίνων.
Η αποστολή ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Όλοι γνώριζαν την επικινδυνότητά της, και κάποιοι τη θεωρούσαν σχεδόν αδύνατη.
Κατά τη διάρκεια της άνισης αναμέτρησης, έπεσε ηρωικά από εχθρικά πυρά.
Με το αίμα του πότισε τη γη που τον ανάθρεψε και που τόσο είχε αγαπήσει.
Τάφηκε στο Νέο Κοιμητήριο Μόρφου.
Δεκαετίες αργότερα, στο πλαίσιο του προγράμματος εκταφών και αναγνώρισης λειψάνων, τα οστά του ταυτοποιήθηκαν, παραδόθηκαν στην οικογένειά του και τάφηκαν με τις τιμές που αρμόζουν σε κάθε ήρωα της πατρίδας μας, τον Νοέμβριο του 2019.
Μετά θάνατον προήχθη σε Ταγματάρχη, τον Ιούνιο του 2016 έλαβε το πολεμικό στρατιωτικό μετάλλιο «Χρυσό Αριστείο Ανδρείας» και το 2022, ως ύψιστη αναγνώριση της ανδρείας και της θυσίας του, με υπουργική απόφαση προήχθη επ’ ανδραγαθία στον βαθμό του Αντιστράτηγου, κατέληξε.


